O Kεφαλονίτης…..

Κεφαλλονίτη πονηρέ,
Κεφαλλονιάς καμάρι
βλάστημε κι ανυπόμονε
και διαρκώς γκρινιάρη.
* * *
Σε βλέπω πάλι σήμερα
όπως προχθές κατσούφη,
αφού ‘σαι ξύπνιος και νταής
τι κάνεις το μαγκούφη;
* * *
Ποιος διάολος σε πείραξε
κι έχεις αυτή τη φάτσα,
και στράβωσες τα μούτρα σου
μ’ εφκείνη τη γκριμάτσα;
* * *
Μ’ αυτά τα μούτρα που ‘κανες
μωρέ Κεφαλλονίτη
είσαι σαν να σου βάλανε
σάλιο πολύ στη μύτη.
* * *
Παράτα τη μουρμούρα σου,
σταμάτα να γκρινιάζεις
συγκράτησε τα νευρά σου
και μη πολυνευριάζεις.
* * *
Σήκωσε το κεφάλι σου
θέλω να σου μιλήσω,
ποιος είσαι και ποιος ήσουνα
εγώ θα σου θυμίσω.
* * *
Θυμάσαι που πολέμησες
χρόνια πολλά στην Τροία
με το Δυσσέα το Θειακό
εις την πολιορκία;
* * *
Κι ενώ αυτός πλανιότανε
σ’ Ασία και Ευρώπη
με κέρατα τον στόλιζες
εσύ κι η Πηνελόπη!

Εξέχασες τα πλοία σου
τις θάλασσες οργώνουν
και χρήματα σου φέρνουνε
που το μυαλό θολώνουν;
* * *
Στην Ταϊλάνδη έζησες
τίτλους και μεγαλεία
π’ ο βασιλιάς σου έδωσε
την αντιβασιλεία!
* * *
Δεν ήσουν έμπορας τρανός
που σ’ εκτιμούσαν όλοι
σ’ Αμερική, στην Οδησσό
Λονδίνο και στην Πόλη;
* * *
Τη χάρη σου την ξέρουνε
σε όλο τον πλανήτη
που όποια πέτρα σηκωθεί
Θα βρουν Κεφαλλονίτη!
* * *
Εξέχασες που πιο παλιά
τότ’ επί Βενετίας
δόξες πολλές εγνώρισες
και τίτλους ευγενείας;
* * *
Στις τέχνες και στα γράμματα
δε γράφεις ιστορία,
στην μουσική, στην ποίηση,
πολιτισμό,παιδεία;
* * *
Για σήκωσ’ το κεφάλι σου
και κοίτα με στα ίσα,
σαν τότε π’ ΟΧΙ φώναξες
στον Ιταλό φασίστα!
* * *
Είπαν πως είσαι πονηρός,
και το ‘χεις αποδείξει
αφού για σε της κόλασης
η πόρτα δε θ’ ανοίξει.

Μιάς κι έχασε το στοίχημα
ο διάολος με σένα
που του ‘χεις κάτσει για καλά
στο μαλλιαρό αυχένα!
* * *
Και κείνη τη βλαστήμια σου
σταμάτα κακομοίρη,
που οτιδήποτε συμβεί
την έχεις ψωμοτύρι!
* * *
Ο Άγιος Γεράσιμος
θέλει να σε γλιτώσει
μ’ απ’ την πολύ βλαστήμια σου
τον έχεις χαντακώσει.
* * *
Ο παντοδύναμος θεός
στον έστειλε προστάτη
να σ’ έχει πάντοτε καλά
να μη σε πιάνει μάτι!
* * *
Ξέρω σου βαρυφάνηκε
στη Ζάκυνθο που πήγες
που πούλησες τον κότσυφα
και φράγκο δεν επήρες!
* * *
Τα όβολα που σου ‘δωσαν
δεν είχανε άξια
κι ακόμα δεν εχώνεψες
τέτoια ανοησία.
* * *
Γι’ αυτή την γκάφα που ‘παθες
σε τρώει το σαράκι!
Τι να σου πω αφέντη μου.
ας πρόσεχες λιγάκι.

Έχω και άλλα να σου πω
αφέντη Κεφαλλήνα!
Εσύ δεν είσαι που ‘διωξες
Προκόπη τον κηφήνα;
* * *
Τον κλέφτη Αγιέμπορο
με όλη την παρέα
τον έστειλες στο διάολο
κι ακόμη παραπέρα.
* * *
Όταν οι άλλοι έπαιζαν
φλογέρα και κλαρίνα
εσύ με την κιθάρα σου
βιολιά και μαντολίνα,
* * *
τραγούδαγες τον έρωτα
για μιά ξανθομαλλούσα,
και τα πουλιά που σ’ άκουγαν
μαζί σου τραγουδούσαν!
* * *
Στο τέλος πρέπει να σου πω
πατέρα της καντάδας,
της ρίμνας και της σάτιρας
μα και της ριγανάδας.
* * *
Σου πρέπει να ‘σαι γελαστός
όπως σε ξερ’ η Ελλάδα
παίζοντας στην κιθάρα σου
μία γλυκιά καντάδα!

Σεπτεμβριος 2004